Πληροφορίες
Η μηλιά είναι πιθανότατα το παλαιότερο δένδρο που καλλιεργήθηκε και οι καρποί του έχουν βελτιωθεί μέσα από την επιλογή χιλιάδων χρόνων. Ο Μέγας Αλέξανδρος φέρεται να ανακάλυψε νάνες μηλιές στο Καζακστάν το 328 π.Χ., τις οποίες έφερε στην Μακεδονία και πιθανόν να είναι οι απόγονοι των νάνων υποκειμένων. Τα μήλα, που συλλέγονται το φθινόπωρο και αποθηκεύονται λίγο πάνω από την θερμοκρασία παγώματος, αποτέλεσαν σημαντική τροφή στην Ασία και την Ευρώπη για χιλιετίες, όπως επίσης στην Αργεντινή και τις Η.Π.Α. μετά την έλευση των Ευρωπαίων, οι οποίοι και έφεραν το μήλο στην ήπειρο τον 17ο αιώνα.
Έως και τον 20ο αιώνα οι παραγωγοί αποθήκευαν τα μήλα τους σε κελάρια που δεν πάγωναν τον χειμώνα είτε για να τα καταναλώσουν οι ίδιοι, είτε για να τα πουλήσουν. Η βελτίωση των μεταφορών αντικατέστησε την ανάγκη για αποθήκευση. Με την είσοδο στον 21ο αιώνα η μακροχρόνια αποθήκευση ξαναέγινε δημοφιλής, με εγκαταστάσεις «ελεγχόμενης ατμόσφαιρας» όπου τα μήλα διατηρούνται φρέσκα όλο τον χρόνο. Οι εγκαταστάσεις ελεγχόμενης ατμόσφαιρας χρησιμοποιούν υψηλή σχετική υγρασία και χαμηλά επίπεδα οξυγόνου και διοξειδίου του άνθρακα για να διατηρήσουν την φρεσκάδα των φρούτων.
Στη χώρα μας, η καλλιέργεια της μηλιάς σε μορφή συστηματικών οπωρώνων εντοπίζεται κυρίως στην κεντρική και δυτική Μακεδονία, στη Θεσσαλία και στην Πελοπόννησο. Η μεγαλύτερη συγκέντρωση δέντρων μηλιάς βρίσκεται στην περιοχή του Βερμίου. Καλλιεργείται επίσης στους νομούς Ημαθίας, Πέλλας, Καστοριάς, Μαγνησίας, Λάρισας και Αρκαδίας.
H Μηλέα η οικιακή (Malus domestica), καθώς αναφέρεται, προήλθε από το είδος Μηλέα η χαμηλή ή Μηλέα η νανοφυής (Malus pumila), αλλά στην εξέλιξή της, όπως είναι παραδεχτό σήμερα, συνέβαλε το είδος Μηλέα η δασική (Malus sylvestris), καθώς και πολλά άλλα είδη. Σήμερα υπολογίζεται ότι υπάρχουν γύρω στις 7.5 χιλιάδες ποικιλίες μήλων.